Κι Όμως οι Αγορές Κάνουν Καλά την Δουλειά τους

Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, κυκλοφορούσε ένα ανέκδοτο ανάμεσα στα στελέχη της Κομεκόν – της “Κοινής Αγοράς” των Κομμουνιστικών  χωρών της εποχής: “Όταν ο σοσιαλισμός θριαμβεύσει στον κόσμο (όπως είναι αναπότρεπτο) να θυμηθούμε να αφήσουμε μια χώρα καπιταλιστική για να ξέρουμε σε ποια τιμή θα αγοράζουμε και θα πωλούμε μεταξύ μας το πετρέλαιο”. Όταν το σοβιετικό σύστημα αντί να θριαμβεύσει κατέρρευσε, το ανέκδοτο έγινε σκληρή πραγματικότητα, ειδικά για τις χώρες – “αγοραστές” της Κομεκόν αλλά και για τις πλατιές λαϊκές μάζες των χωρών “παραγωγών” οι οποίες προτιμούσαν πλέον να πωλούν στις διεθνείς αγορές – σε διεθνείς τιμές.

Οι δυτικές καπιταλιστικές χώρες αντίθετα, αντιμετώπισαν την δική τους ενεργειακή (πετρελαϊκή) κρίση (ή μάλλον κρίσεις το ’73 και ’78) με μεγαλύτερη επιτυχία. Με το πλεονέκτημα του ότι γνωρίζουμε πια το αποτέλεσμα, μπορούμε να πούμε ότι παρά τον πανικό των πολιτικών ηγεσιών της εποχής (που σήμερα μας φαίνεται γελοίος), η απότομη άνοδος της τιμής του πετρελαίου ήταν η αρχή μιας διαδικασίας σταδιακής αλλά σημαντικής μακροπρόθεσμης βελτίωσης της αποτελεσματικότητας στην χρήση της ενέργειας σε όλη την Δύση. Ο μηχανισμός των τιμών έδωσε το μήνυμα και τα κίνητρα στις οικονομίες να προσαρμοστούν. Το αποτέλεσμα ήταν α) μείωση της κατανάλωσης ενέργειας ανά μονάδα ΑΕΠ και β) σταθερή και χαμηλή τιμή πετρελαίου για πολλές δεκαετίες.

Τα δύο παραδείγματα που αναφέρθηκαν αφορούν κρίσεις που ξέσπασαν από εξωγενείς παράγοντες. Από πολιτικές κρίσεις. Το καρτέλ του ΟΠΕΚ στην δεκαετία του ’70 με αφορμή την  διαμάχη Ισραήλ με τους Άραβες και το ’80 την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος. Η παρούσα κρίση είναι επίσης αποτέλεσμα πολιτικών αποφάσεων. Πρωτίστως είναι αποτέλεσμα των λανθασμένων πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής (κυρίως από την Ευρώπη) και δευτερευόντως των γεωπολιτικών παιχνιδιών ορισμένων χωρών παραγωγών.

Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα προσφοράς φυσικού αερίου. Τα βεβαιωμένα αποθέματα κατάλληλα για εμπορική διάθεση επαρκούν για 50 χρόνια σημερινής κατανάλωσης. Το πιο σημαντικό, ο λόγος αποθεμάτων προς ετήσια ζήτηση είναι σταθερός επί δεκαετίες στα 50 χρόνια. Βρίσκουμε περισσότερο αέριο από ότι καταναλώνουμε. Το μακροπρόθεσμο οριακό κόστος παραγωγής (που εδώ και μερικά χρόνια ορίζεται από τους παραγωγούς σχιστολιθικού αερίου στις ΗΠΑ) είναι περίπου 15 ευρώ η  μεγαβατώρα. Η αστάθεια στην αγορά δεν έχει οικονομικές αιτίες. Οι αιτίες είναι πολιτικές αποφάσεις α) Μακροπρόθεσμα η ανασφάλεια των παραγωγών σχετικά με αποφάσεις που μπορούν να φθάσουν σε απαγόρευση της χρήσης του αερίου β) Βραχυπρόθεσμα η εντελώς απρόβλεπτη παραγωγή από ΑΠΕ ειδικά τα αιολικά. Φέτος το Α’ εξάμηνο η παραγωγή των αιολικών στις δυο χώρες, την  Μ. Βρετανία και την Γερμανία μειώθηκε κατά 20%. Είναι ίσως ο βασικός λόγος για την μείωση των αποθεμάτων φυσικού αερίου και την αναταραχή στην Ευρώπη από το καλοκαίρι και μετά.

Η αγορά λοιπόν κάνει καλά την δουλειά της. Μας δίνει ισχυρό μήνυμα ότι οι πολιτικές για την  κλιματική αλλαγή όχι μόνο πρέπει να αλλάξουν αλλά – ίσως σημαντικότερο – να οριστικοποιηθούν. Θεωρητικά δεν υπάρχει καλύτερη μέθοδος για να κρατηθούν οι τιμές ενός αγαθού σταθερά μειούμενες από το να απαγορευτεί η χρήση του από μια στιγμή στο μέλλον και μετά (ο παραγωγός δεν θα θέλει να του μείνει στο χέρι!).  Αυτό όμως είναι πολιτικά αδύνατον (για λόγους που δεν θα αναλύσουμε περαιτέρω). Η εναλλακτική λύση είναι να μην υπάρξει καμία απαγόρευση αλλά να επιβληθεί – παγκοσμίως αν είναι δυνατόν – ο περίφημος φόρος Pigou στον άνθρακα (Με την προϋπόθεση ότι τα έσοδα του θα μοιράζονται στους πολίτες με μείωση άλλων φόρων και ότι θα μηδενισθούν οι επιδοτήσεις κάθε είδους για τις ΑΠΕ). Η αγορά θα φροντίσει να λύσει το πρόβλημα της μείωσης των εκπομπών CO2 δίνοντας τα κατάλληλα κίνητρα στην οικονομία.

Πόσος θα είναι αυτός ο φόρος; Αυτό είναι προφανώς ένα σημαντικό ερώτημα αλλά έπεται λογικά του πολιτικού ερωτήματος. Υπάρχει πιθανότητα να γίνει αποδεκτός από όλους ο φόρος άνθρακα; Η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να κάνει ένα πρώτο βήμα με το Cross Border Adjustment Mechanism. Να το δούμε αν, πως και πότε θα προχωρήσει.

Όπως και να έχει το πράγμα, αν η ιστορία μας διδάσκει κάτι, είναι ότι μετά από 20 χρόνια οι απόγονοί μας θα διαβάζουν τις δηλώσεις των πολιτικών μας ηγετών για την παρούσα κρίση και (ας ελπίσουμε ότι) θα γελούν.

Share on facebook
Share on twitter
Share on linkedin
Share on email
Scroll to Top