Διαβάζοντας τα διθυραμβικά σχόλια των Λειτουργών του Τύπου με αφορμή τα αποτελέσματα εξαμήνου της ΚΕΗ, προκαλείται στον αναγνώστη η αίσθηση ότι η κατάσταση της επιχείρησης, έτσι όπως παρουσιάζεται, είναι “πολύ καλή για να είναι αληθινή”. Δημιουργείται λοιπόν το κίνητρο “να ρίξουμε μια ματιά”.
Μια πρώτη έκπληξη είναι ότι το .pdf που είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα της ΚΕΗ φέρει τον τίτλο STET Hellas. Προσπερνώντας την ελαφριά σύγχυση (μήπως οι συντάκτες υπονοούν κάτι;) και αφού επιβεβαιώσει κανείς ότι πρόκειται για τα αποτελέσματα της ΚΕΗ και όχι αυτά της πάλαι ποτέ εταιρείας κινητών τηλεπικοινωνιών, έχει στην διάθεσή του περισσότερες από 100 σελίδες (116 για την ακρίβεια) για να διαμορφώσει άποψη. Προφανώς δεν υπάρχει χρόνος για ερασιτέχνες όπως ο γράφων να τις μελετήσει σε λεπτομέρεια. Παρ’ όλ’ αυτά κατάφερε να βγάλει το δικό του γενικό συμπέρασμα: α) οι Λειτουργοί του Τύπου υπερβάλουν κάπως – ίσως γιατί δεν έχουν ούτε την ερασιτεχνική δυνατότητα να αξιολογήσουν τις δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες (και αυτή είναι η καλοήθης εξήγηση) και β) ότι τα οικονομικά αποτελέσματα εξακολουθούν να θέτουν το ερώτημα: Για ποιόν δουλεύει η ΚΕΗ; Ακολουθούν ορισμένες παρατηρήσεις που ο γράφων δεν συνάντησε σε κανένα σχόλιο δημοσιογράφου ή “αναλυτή” μέχρι τώρα.
Η ΚΕΗ στο Α’ εξάμηνο του 2023 “έκαψε” περίπου 0,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα 0,23 για την λειτουργία της και τα 0,44 για επενδύσεις. Τα ταμειακά της διαθέσιμα μειώθηκαν συνεπώς κατά 700 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλύτερο από το Α’ εξάμηνο του 2022 όταν η ΚΕΗ είχε “κάψει” περίπου 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ (1,22 για την λειτουργία και 0,28 για επενδύσεις) ποσό που αντισταθμίστηκε από την είσπραξη των 1,3 δισ. ευρώ από την πώληση του 49% του ΔΕΔΔΗΕ στην Macquarie*.
Παρά το ότι η ΚΕΗ “καίει” ρευστό τα τελευταία δύο χρόνια, εξακολουθεί να έχει στο ταμείο της 2,5 δισ. ευρώ – ποσό τεράστιο για τις λειτουργικές της ανάγκες. Είναι στο μεγαλύτερο μέρος τα έσοδα από την αύξηση κεφαλαίου του Νοεμβρίου του 2021 (και επιπλέον δανεισμός το 2022). Επί δύο χρόνια η ΚΕΗ κάθεται πάνω στο τεράστιο αυτό απόθεμα ρευστού και έχει δηλώσει ήδη που θα ξοδέψει το μεγαλύτερο μέρος του: στην εξαγορά στην Ρουμανία. Επένδυση που δεν είναι στα συμφέροντα της ελληνικής οικονομίας. Είναι εμφανές στον γράφοντα ότι οι ιδιώτες μεγαλομέτοχοι συναίνεσαν στην απομάστευση της ΚΕΗ κατά την διάρκεια της κρίσης για να λυθεί το πολιτικό πρόβλημα της κυβέρνησης και τώρα περιμένουν την ανταμοιβή τους. Τόσο οι μέτοχοι της ΚΕΗ όσο και ο μέτοχος του ΔΕΔΔΗΕ.
Μιλώντας για τους μετόχους του ΔΕΕΔΗΕ: Μια ευχάριστη νότα για τις προοπτικές της ΚΕΗ (και της Macquarie) είναι ότι πήρε μέρισμα (για πρώτη φορά;) από τον ΔΕΔΔΗΕ. Σίγουρα λεφτά από μια ρυθμιζόμενη δραστηριότητα η οποία, αν κρίνει κανείς από τις πρόσφατες αποφάσεις της ΡΑΑΕΥ έχει ευοίωνο μέλλον. Ενέκρινε πρόσφατα αύξηση κατά 25% του απαιτούμενου εσόδου του ΔΕΔΔΗΕ (πρωτοφανή στα χρονικά) αλλά και αύξηση του επιτρεπόμενου μέσου κόστους κεφαλαίου σε επίπεδο πολύ ψηλότερο από αυτό που είχε συμφωνηθεί στην διάρκεια της πώλησης στην Macqaurie. To WACC του ΔΕΔΔΗΕ ξεπέρασε το 7,5% – υψηλότερο κατά 100 μονάδες βάσης σε σχέση με τις προσδοκίες των Αυστραλών επενδυτών όταν αποφάσισαν να αγοράσουν (Οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν ταυτόχρονα με άλλες που αυξάνουν την χρέωση δικτύου διανομής από 1/5/23 οδηγώντας σε αύξηση γύρω στο 7% στην τιμή του ρεύματος για τον μέσο καταναλωτή)
Ευχάριστα είναι τα νέα και για τα υψηλόβαθμα στελέχη της ΚΕΗ. Η επιχείρηση έχει συγκεντρώσει στο χαρτοφυλάκιό της ένα ποσοστό των μετοχών της επιχείρησης (treasury stock) που φθάνει το 3% (2,88 για την ακρίβεια) με σκοπό (νομοτύπως αποφασισμένο) να τα μοιράσει ως μπόνους στα στελέχη της**. Είναι αξιοσημείωτο ότι το μεγαλύτερο μέρος των αγορών αυτών έγιναν στην διάρκεια του εξαμήνου σε τιμές 6,6 και 8,2 ευρώ την μετοχή (που σήμερα πλησιάζει τα 11 ευρώ). Η Διοίκηση της ΚΕΗ αποδεικνύεται ότι είναι ο πιο πετυχημένος διαχειριστής χαρτοφυλακίου μετοχών της ΚΕΗ. Πραγματικά εντυπωσιακό!
Η παραπάνω δειγματοληψία αρκεί κατά την άποψη του γράφοντος για να τεκμηριωθεί επαρκώς το ότι η ΚΕΗ έχει σαφείς προτεραιότητες. Λειτουργεί προς το συμφέρον της (εκάστοτε) κυβέρνησης, των ιδιωτών μεγαλομετόχων της, των πολιτικά διορισμένων υψηλόβαθμων στελεχών της, των (μονίμων) εργαζομένων της και ορισμένες φορές των “ανταγωνιστών”*** της. Οι καταναλωτές ρεύματος και η ελληνική οικονομία γενικότερα είναι πιο χαμηλά στις προτεραιότητές της.
Η λύση πρέπει να είναι ριζοσπαστική. Η πλήρης αποκοπή από τον ομφάλιο λώρο του κράτους (με πρώτο βήμα τον πλήρη διαχωρισμό – αποξένωση – της ΚΕΗ από τον ΔΕΔΔΗΕ) και η δραστική ρυθμιστική παρέμβαση για να μειωθεί το βάρος της στην αγορά (σε ποσοστό κάτω από το 35%). Περιλαμβανόμενης της αλλαγής του ονόματος – γιατί δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ούτε το παραπλανητικό “ΔΕΗ” ούτε το (ομολογουμένως κακόηχο) “ΚΕΗ” που δεν θα ανταποκρίνεται στην νέα πραγματικότητα.
* Ένα ερώτημα αφορά τον λογαριασμό “Μη Τιμολογημένα ΄Έσοδα”. Αυτό γιατί η αντιστροφή του λογαριασμού αυτού (από -230 εκατομμύρια το 2022 σε +123 το 2023) είναι υπεύθυνη για το 65% της βελτίωσης των λειτουργικών χρηματοροών πριν τον υπολογισμό του κεφαλαίου κίνησης. Πήρε η ΚΕΗ κάποιες μεγάλες προκαταβολές; Από ποιόν και γιατί; Το κείμενο δεν διαφωτίζει τον αναγνώστη. Όσο για τα κέρδη των 280 εκατομμυρίων ευρώ, τα μισά από αυτά (141) είναι “υπεραξία” από την πώληση κάποιου ορυχείου από το δεξί χέρι της ΚΕΗ στο αριστερό.
** Ο γράφων δεν βρήκε πληροφορίες σχετικά με την διαδικασία με την οποία θα κατανεμηθούν τα μπόνους και κάτω από ποιους όρους. Η ΚΕΗ είχε δηλώσει παλιότερα ότι σχεδιάζει το σύστημα αξιολόγησης και αμοιβής (έχοντας ήδη διανείμει μπόνους με πρόχειρους υπολογισμούς). Δεν είναι σαφές σε ποιο σημείο έχει φθάσει ο σχεδιασμός. Θα εκτιμούσα την σχετική πληροφόρηση από όποιον τυχόν γνωρίζει
***Είναι προφανές ότι η υπονόμευση του ανταγωνισμού στην λιανική ρεύματος από την πλευρά της ΚΕΗ οδηγεί σε μεγαλύτερη συγκέντρωση στον κλάδο. Τελικός στόχος το παραδοσιακό “ελληνικό σύστημα” του ενός κρατικού και των τριών κρατικοδίαιτων (τραπεζικών, τηλεπικοινωνιακών, μέσων μαζικής ενημέρωσης, και στο μέλλον ενεργειακών) παικτών. Παλιότερα είχε σε υψηλή προτεραιότητα και τους προμηθευτές της – συνήθεια που φαίνεται ότι απώλεσε τελευταία.