Η ελληνική κυβέρνηση, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, είναι ίσως (και προγραμματίζει να παραμείνει) η πιο γενναιόδωρη ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στην επιδότηση του ρεύματος για να αντιμετωπισθεί η ενεργειακή κρίση. Το ερώτημα που γεννάται συνεπώς αλλά η κυβέρνηση δεν βιάζεται να απαντήσει – ούτε δυστυχώς ο Τύπος να αναλύσει και να εκλαϊκεύσει, είναι: Που βρέθηκαν οι πόροι που χρειάζονται για την τόσο γενναιόδωρη αυτή χειρονομία; Ειδικά από μια χώρα που είναι σε δυσμενέστερη δημοσιονομική κατάσταση από όλες τις άλλες χώρες μέλη της ΕΕ;
Η σύντoμη απάντηση είναι: Οι πόροι βρέθηκαν α) από την αναστολή των χρεώσεων που έχουν στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στους λογαριασμούς και β) την κατάσχεση των (μελλοντικών) υπερκερδών της καημένης της Κρατικής Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (της γνωστής μας ΔΕΗ). Οι δύο αυτές πηγές αποτελούν το σημαντικότερο μέρος των αναγκαίων πόρων. Βοηθούμενες από μια σχετικά χαμηλή συμμετοχή του κρατικού προϋπολογισμού με σκοπό η τελική (λιανική) τιμή του ρεύματος στους οικιακούς καταναλωτές να πέσει κάτω από 20 λεπτά την κιλοβατώρα μέσα στο επόμενο 12μηνο (τα 18-20 λεπτά ισοδυναμούν με έκπτωση σχεδόν 50% σε σχέση με τιμολόγια χωρίς επιδότηση)*. Επεξηγούμε:
Η πρώτη πηγή δηλαδή η αναστολή των χρεώσεων για την κλιματική αλλαγή, ήταν αυτή που χρησιμοποιήθηκε από τον Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι σήμερα. Στην πράξη, τα ποσά που πληρώνουν οι παραγωγοί με ορυκτά καύσιμα (φυσικό αέριο και λιγνίτη) για αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2 επεστράφησαν στους καταναλωτές. Σε ετήσια βάση το ποσό αυτό πλησιάζει το 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ και έχει την δυνατότητα να συνεισφέρει περίπου το 20% των πόρων για την επιδότηση. Στο ποσό αυτό θα πρέπει να προστεθεί η συνεισφορά των ΑΠΕ. Οι οποίες επειδή αμείβονται με σταθερές τιμές δημιούργησαν στον λογαριασμό που τις αποζημιώνει ένα σημαντικό πλεόνασμα που σε ετήσια βάση εκτιμάται στα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ, που επίσης επεστράφησαν στους καταναλωτές. Αυτά τα ποσά ήταν η βάση για την επιδότηση των λογαριασμών μέχρι σήμερα. Η κυβέρνηση αποφάσισε να μην μειώσει το τέλος ΑΠΕ (το ΕΤΜΕΑΡ) στους λογαριασμούς για να μπορέσει να τιμήσει τις υποσχέσεις της προς τους σχετικούς επενδυτές (αυτό θα ενίσχυε τους διαθέσιμους πόρους κατά περίπου 0,7 δισεκατομμύρια ευρώ σε ετήσια βάση).
Η αναστολή των χρεώσεων για την κλιματική αλλαγή καλύπτει λοιπόν το 35-40% των αναγκαίων πόρων για την επιδότηση. Να σημειωθεί ότι το σύνολο των αναγκαίων πόρων θα ήταν μικρότερο αν η ΚΕΗ ήθελε ή μπορούσε να παράγει περισσότερο ρεύμα χρησιμοποιώντας τα λιγνιτικά της εργοστάσια. Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που η παραγωγή ρεύματος από άνθρακα ή λιγνίτη μειώθηκε αντί να αυξηθεί μέσα στο 2021. Ας είναι.
Που θα βρούμε λοιπόν το υπόλοιπο 60-65% των πόρων που χρειαζόμαστε για να την βγάλουμε και το επόμενο 12μηνο; Από τα “ουρανοκατέβατα” κέρδη των παραγωγών ρεύματος φυσικά. Ποιοι είναι αυτοί οι παραγωγοί ρεύματος με “ουρανοκατέβατα” κέρδη; Ο εξής ένας : Η Κρατική Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ). Για την ακρίβεια η ΚΕΗ απολαμβάνει το 80% των κερδών αυτών (όπως σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες ανακάλυψε πρόσφατα μετά από σχετική έρευνα η ΡΑΕ).
Αυτό είναι πολύ ευχάριστο, γιατί η ΚΕΗ, όντας “Κ”ρατική, δεν έχει σκοπό το κέρδος, πόσο μάλλον τα υπερκέρδη. Η δε διοίκησή της δεν είναι σε θέση να φέρει αντιρρήσεις στον Ιδιοκτήτη της (το πως θα πεί τα νέα στους ιδιώτες μετόχους της του 65,88% είναι ενδιαφέρον ερώτημα-προς το παρόν η μετοχή της έχει χάσει το 35% της αξίας της από τον Νοέμβριο του 21). Και γιατί δεν το σκεφτήκαμε νωρίτερα; Γιατί η ΚΕΗ, υπό το άγρυπνο βλέμμα της πολιτείας και των ρυθμιστικών αρχών, μέσα στο ’21 ξόδεψε τα υπερκέρδη της από την παραγωγή για να εξαγοράσει μερίδιο αγοράς στην λιανική ενεργώντας ως αχόρταγος καπιταλιστής στα όρια της παρανομίας. Μέχρις εδώ όμως. Από την 1/7/22 τα πράγματα αλλάζουν.
Για να κατασχέσει τα υπερκέρδη της ΔΕΗ (για το επόμενο 12μηνο) η κυβέρνηση αποφάσισε να εφαρμόσει μια ριζοσπαστική λύση. Να καταργήσει την χονδρική αγορά ηλεκτρισμού. Η απόφαση έχει λογική. Αντί να φορολογήσει τα (μελλοντικά-υποτίθεται “ουρανοκατέβατα”) κέρδη τα καταργεί εκ των προτέρων. Το ποσό δεν είναι ευκαταφρόνητο. Σε ετήσια βάση υπολογίζεται σε 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ (αν η ΚΕΗ καταφέρει να αναστήσει τα λιγνιτικά της και παράγει με αυτά το 20% του ρεύματος). Από τα 2,8 δισ. το 80%, δηλαδή τα 2,3 αφορούν την ΔΕΗ.
Εδώ ο ανυποψίαστος Έλληνας πολίτης μένει άναυδος. Άκουσε βέβαια για “ουρανοκατέβατα” κέρδη. Έπρεπε όμως να διαβάσει προσεκτικά τις πολύπλοκες, γεμάτες παράξενη ορολογία αναφορές της κυβέρνησης και των ΜΜΕ για να καταλάβει ότι αυτά είναι κέρδη της ΔΕΗ, η οποία το 21 τα “έφαγε” πουλώντας κάτω του κόστους σε 500.000 πελάτες της για να μην της φύγουν και δεν έμεινε τίποτα. Και αναφερόμαστε σε αναφορές που δεν είναι από πρόθεση παραπλανητικές μέχρι και απολύτως ψευδείς για κατανοητούς λόγους.
Και βέβαια ήταν αδύνατο να καταλάβει ο Έλληνας πολίτης και καταναλωτής ότι η αλλαγή των όρων της χονδρικής αγοράς σύμφωνα με τους οποίους οι παραγωγοί θα αμείβονται με το μεταβλητό τους κόστος και όχι την οριακή τιμή της αγοράς (που ορίζεται από τον ακριβότερο παραγωγό κάθε στιγμή) ισοδυναμεί με κατάσχεση των κερδών της ΚΕΗ – πριν αυτά καν υπάρξουν.
Ο στόχος του παρόντος σημειώματος είναι να παρουσιάσει τα γεγονότα και τα δεδομένα που είναι σχετικά με την πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης από μια διαφορετική σκοπιά από αυτή που είναι διαθέσιμη στο ευρύ κοινό. Η κριτική θα είναι αντικείμενο επόμενων σημειωμάτων.
*Οι υπολογισμοί που περιλαμβάνονται στο παρόν είναι προσεγγιστικοί και έγιναν με βάση παραμέτρους, υποθέσεις και προβλέψεις που είναι διαθέσιμες σε όποιον ενδιαφέρεται.